Διαβάστε το άρθρο μου που δημοσιεύτηκε στην τοπική εφημερίδα της Καβάλας «Χρονόμετρο» το Σάββατο 17 Δεκεμβρίου 2005 στην στήλη «Με την ματιά ενός φοιτητή». 
Στις μέρες μας, η παγκοσμιοποίηση κατακτά ολοένα και περισσότερο έδαφος και πλέον μπορεί να καθορίζει ακόμη και τις εθνικές ταυτότητες των χωρών. Αυτή, λοιπόν, η θύελλα της παγκοσμιοποίησης έφθασε και στη χώρα μας και παίρνει αρκετά μεγάλες διαστάσεις, με τη μορφή της ξενομανίας. Η ξενομανία ως αποτέλεσμα ή ως μέσο, καλύτερα, της παγκοσμιοποίησης έχει δημιουργήσει σύγχυση μεταξύ των Νεοελλήνων.



Αρχικά, ως Νεοέλληνες έχουμε την εντύπωση ότι ελευθερωθήκαμε από πολλά πράγματα που δήθεν μας εμπόδιζαν. Πετάξαμε, λοιπόν, από πάνω μας μαζί με τα άλλα και την παράδοση και βρεθήκαμε σ’ ένα πραγματικό χάος. Αυτό το χάος, που δεν είναι άλλο από την ξενομανία, το ονομάζουμε ελευθερία. Επίσης, θεωρούμε γενικότερα το παρελθόν ως κάτι το συντηρητικό και ξεπερασμένο, γι’ αυτό προσκολλιόμαστε σε ξένα πρότυπα, γεγονός που αχρηστεύει την πρωτοτυπία των εθνικών παραδόσεων και την προσπάθεια των εφήβων για προσωπική δημιουργία. Ακόμη, για να μην θεωρηθούμε οπισθοδρομικοί, αναγκαζόμαστε να συμβαδίσουμε με τα προβαλλόμενα ως ορθά παγκόσμια πρότυπα. Αυτό ακριβώς φανερώνει την γενικότερη ηθικοπνευματική κρίση της κοινωνίας μας.

Με τον τρόπο αυτό, έχουμε φτάσει στο σημείο να δεχόμαστε άκριτα στοιχεία από τους ξένους με μια ακατάπαυστη μανία χωρίς όρια, δίχως αναστολές. Όμως, το γεγονός αυτό έχει και το δικό του τίμημα.

Πρώτα απ’ όλα, έχει επέλθει μια σοβαρότατη κρίση στους παραδοσιακούς θεσμούς, όπως είναι για παράδειγμα η οικογένεια, το σχολείο, με αποτέλεσμα να μην δίνεται το απαραίτητο βάρος στην ανθρωπιστική παιδεία αλλά στην καλλιέργεια μιας παιδείας προοδόπληκτης με αρκετά στοιχεία της ξενομανίας. Επίσης, η απουσία της ιστοριογνωσίας εγκυμονεί πολλούς κινδύνους για τους νέους, διότι δεν μπορούν να χαράξουν μια ορθή πορεία για το μέλλον, αφού αγνοούν το παρελθόν.

Στη συνέχεια, η πολιτιστική μας κληρονομιά υποβαθμίζεται, εξαιτίας της αδιαφορίας και της ανευθυνότητας που μας χαρακτηρίζει. Εφόσον υπάρχει η ασέβεια και η ασυνειδησία σε βάρος της ευθύνης και της συναίσθησης του χρέους, είναι λογικό να κλονίζεται η παράδοση.

Θα ήταν σημαντική παράλειψη να μην αναφερθούμε στην απομάκρυνση από τη θρησκεία και στην μη τήρηση των παραδοσιακών μας ηθών και εθίμων. Η ξενομανία μας απομακρύνει από αυτά τα στοιχεία που αποτελούν τον κορμό της παράδοσής μας, διότι μας καλεί να τα χαρακτηρίσουμε ως ξεπερασμένα, ως γεγονότα που έχουν πλέον σβήσει.

Από όλα αυτά που προαναφέρθηκαν, γίνεται κατανοητό ότι απαιτείται μια ουσιαστική βίωση της ανθρωπιστικής παιδείας και μια δημιουργική εκτίμηση του παρελθόντος και των αξιών του. Επιπλέον, απαιτείται ιδιαίτερη επαφή με την παράδοση και γόνιμη αφομοίωσή της ύστερα από την κατάλληλη επεξεργασία, που έχει σαν κριτήριο τη βελτίωση του ανθρώπου και της κοινωνίας και την εξέλιξη του σύγχρονου πολιτισμού.

Συμπερασματικά, γίνεται αντιληπτό ότι η ξενομανία επιχειρεί συστηματικά να μας υποδουλώσει στο παγκόσμιο χωνευτήρι των εθνικών παραδόσεων. Αποτελεί, λοιπόν, αδήριτη ανάγκη να δείξουμε ως Νεοέλληνες τον δέοντα σεβασμό στις παραδόσεις μας, γιατί έχουμε βαρύτατο χρέος απέναντι στους προγόνους, στους συγχρόνους και στους νέους, οι οποίοι αποτελούν το μέλλον της χώρας μας.