Η παρακάτω εργασία έγινε στα πλαίσια του μαθήματος της Γλωσσολογίας του Α' εξαμήνου 2005/2006 του Τμήματος Ελληνικής Φιλολογίας του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης από τον Λαμπαδαρίου Ηρακλή. Έχει ως θέμα την ερμηνεία με τη βοήθεια λεξικών των λέξεων ‘λεβέντης’ και ‘παλληκάρι’/ ‘παλικάρι’. Αξίζει να διαβάσει κανείς την εργασία για να καταλάβει τι πραγματικά συμβαίνει στα λεξικά και κυρίως τις διαφορετικές ερμηνείες και ετυμολογίες που δίνουν διαφορετικά λεξικά για την ίδια λέξη. Δυστυχώς λόγω της υπηρεσίας Blogger την οποία χρησιμοποιώ στην σελίδα αυτή δεν είναι δυνατόν να "διαβαστούν" οι πίνακες που υπάρχουν στην εργασία. Όποιος ενδιαφέρεται μπορεί να μου ζητήσει να του στείλω την εργασία μέσω e-mail για να δεί και τους πίνακες αυτούς.

Για την υλοποίηση της παρούσης εργασίας χρησιμοποιήθηκαν πέντε λεξικά που βρίσκονται στην βιβλιοθήκη του Τμήματος της Ελληνικής Φιλολογίας του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης. Αρχικά, χρησιμοποιήθηκε το λεξικό του Ιδρύματος Τριανταφυλλίδη και του Γεωργίου Μπαμπινιώτη, αφού είχαν προταθεί από την διδάσκουσα και την εισηγήτρια της εργασίας στα πλαίσια του μαθήματος της Γλωσσολογίας του πρώτου εξαμήνου. Στη συνέχεια, χρησιμοποιήθηκε το λεξικό του Εμμανουήλ Κριαρά και το λεξικό του Δημήτριου Δημητράκου, επειδή ήταν διαθέσιμα στην βιβλιοθήκη της σχολής μας. Τέλος, πραγματοποιήθηκε μια άντληση των λημμάτων της εργασίας από το λεξικό του Τεγόπουλου-Φυτράκη, διότι είναι το λεξικό που χρησιμοποιώ εδώ και έξι χρόνια και ένα αντίτυπό του έχω στην προσωπική μου βιβλιοθήκη.
Στο σημείο αυτό της εργασίας θα καταγραφούν τα λήμματα του κάθε λεξικού για να γίνει στη συνέχεια μια σύγκριση και μια αξιολόγησή τους.
Πρώτα στο λεξικό του Ιδρύματος Τριανταφυλλίδη για την λέξη «λεβέντης» αναφέρονται οι εξής σημασίες: 1. ο αρρενωπός, ο γεροδεμένος άντρας, ιδίως ο νέος με ωραίο παράστημα 2. αυτός που τον χαρακτηρίζει η γενναιότητα, η τόλμη, η ανδρεία, το παλικάρι 3. ο ντόμπρος, ο ευθύς χαρακτήρας, ο μεγαλόκαρδος και αρχοντικός στους τρόπους και στη συμπεριφορά. Όσον αφορά την ετυμολογία της λέξης, αναφέρεται ότι προέρχεται από την τούρκικη λέξη «levend» που σημαίνει όμορφος, δυνατός νεαρός. Λέξη η οποία με την κατάληξη –ης, από τα περσικά, μας δίνει το επίθετο «λεβέντης» για το αρσενικό και «λεβέντισσα» για το θηλυκό γένος. Το ίδιο λεξικό αναφέρει για την λέξη «παλικάρι»: 1. άνθρωπος που μπροστά σε μια δύσκολη στιγμή, απειλή ή κίνδυνο, δεν δειλιάζει, αλλά δείχνει μια εξαιρετική ψυχική και ηθική δύναμη μαζί με ένα υψηλό συναίσθημα προσωπικής αξιοπρέπειας, ο γενναίος πολεμιστής 2. για έφηβο ή νεαρό άντρα που βρίσκεται στην ακμή της ηλικίας του 3. ο ανύμφευτος άντρας. Σημειώνεται ακόμη ότι οι λέξεις «παλικαράκι» και «παλληκαράκι» αποτελούν τα υποκοριστικά κυρίως που χρησιμοποιούνται για να δηλώσουν τον έφηβο ή τον νεαρό άντρα που βρίσκεται στην ακμή της ηλικίας του καθώς και για μικρό αγόρι. Η ετυμολογία της λέξης εστιάζεται στον μεσαιωνικό τύπο «παλληκάριον», «παλ(λ)ικάριον» που σημαίνει τον νεαρό ακόλουθο πολεμιστή. Ο ελληνιστικός τύπος «παλλικάριον», που σημαίνει τον νεαρό ακόλουθο είναι υποκοριστικό του παλληκ- (πάλληξ-) –άριον ‘νεαρός’, προερχόμενο από τον αρχαίο τύπο «πάλλαξ» με ορθογραφία απλοποιημένη.
Έπειτα, στο λεξικό του Γεωργίου Μπαμπινιώτη για την λέξη «λεβέντης» αναφέρονται οι εξής σημασίες: 1. άνδρας με λεπτό και δεμένο σώμα, άνδρας με υπερήφανο παράστημα, άνδρας με ευκινησία 2. (γενικότερη έννοια) άνδρας που τον χαρακτηρίζουν η γενναιότητα, η τιμιότητα, η ευθύτητα, το φιλότιμο 3. (ειδικότερη έννοια) ο άνδρας που διακρίνεται για τη γενναιότητα και την παλληκαριά του (συνώνυμο: παλληκάρι, ανδρείος) 4. ο άνδρας που διαθέτει ωραία εξωτερική εμφάνιση και υπερήφανο παράστημα, που τον θαυμάζει κανείς βλέποντάς τον 5. ο άντρας που συμπεριφέρεται με γενναιοδωρία στους άλλους ή που διακρίνεται, που ξεχωρίζει για την κοινωνικότητά του (συνώνυμα: ωραίος τύπος, μερακλής) 6. (ως προσφώνηση, συνήθως από μεγαλύτερο σε ηλικία προς νεότερο): λεβέντη, να σε ρωτήσω κάτι; Σπανιότερα χρησιμοποιείται η λέξη «λεβέντισσα». Για την ετυμολογία της λέξης πληροφορούμαστε ότι από τον τούρκικο τύπο «levend» προέρχεται η ιταλική λέξη «leventi» που δήλωνε ένα σώμα ναυτών πυροβολητών με πειρατές από την ανατολή. Η ιταλική αυτή λέξη προέρχεται με τη σειρά της από τον τύπο «levante» που σημαίνει την «ανατολή». Κατά τον μεσαίωνα η λέξη δήλωνε μεταξύ άλλων τον απείθαρχο νέο, το παράτολμο παλληκάρι. Η σημερινή σημασία συγκέντρωσε όλα τα θετικά χαρακτηριστικά της ανδρείας, της γενναιότητας και του φιλότιμου, δίνοντας στη λέξη τόσο ιδιαίτερο σημασιολογικό περιεχόμενο, ώστε να είναι σχεδόν αδύνατη η απόδοσή της σε ξένες γλώσσες. Στο λεξικό του Μπαμπινιώτη για την λέξη «παλικάρι» αντλούμε τις εξής ερμηνείες: 1. άνδρας νεαρής ηλικίας 2. ο άνδρας που φέρει όλες τις αρετές που συνδέονται με τη νεότητα (ομορφιά, σφρίγος, ζωντάνια, θάρρος, αρρενωπότητα κ.λ.π.) (συνώνυμο: λεβέντης) 3. ως προσφώνηση σε νέο άνδρα. Για την ετυμολογία της λέξης, το εν λόγω λεξικό αναφέρει ότι η λέξη προέρχεται από την μεσαιωνική λέξη «παλληκάριον», υποκοριστικό του αρχαίου «πάλληξ»/ «πάλλαξ» που σημαίνει «παιδί που δεν έχει εισέλθει στην εφηβεία». Αυτό όμως που έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον στην ετυμολογία του λεξικού αυτού είναι το σχόλιο που παραθέτει ότι η ετυμολογία της λέξης δεν δικαιολογεί ορθογραφία «παλικάρι» (με –ι- και ένα –λ-).
Στη συνέχεια, στο λεξικό του Εμμανουήλ Κριαρά διαβάζουμε για την λέξη «λεβέντης»: 1. αυτός που έχει αρρενωπό παράστημα 2. (συνεκδοχικά) γενναιόψυχος, ανδρείος. Για την ετυμολογία της λέξης περιορίζεται στην αναφορά της περσοτουρκικής λέξης «levend». Για την λέξη «παλικάρι» αναφέρονται: 1. ο νέος άντρας σε αντίθεση με το γέρο (συνώνυμο: νεαρός) 2. άντρας γενναίος και μαχητικός (συνώνυμο: παλληκαράς) 3. (συνεκδοχικά) άντρας ανύπαντρος 4. άντρας ή και γυναίκα που αντέχει στις αντιξοότητες 5. αρσενικό παιδί σε αντίθεση με τις κόρες 6. (επί Τουρκοκρατίας) κλέφτης ή αρματολός, μέλος ομάδας πολεμιστών (ειρωνικά: για θρασύδειλους που επιδεικνύουν ανύπαρκτη γενναιότητα) (παραμ. για ανθρώπους που υπερπηδούν τα εμπόδια με επιδεξιότητα). Ως καταλήξεις υποκοριστικών δίνονται τα: -άκι, -όπουλο και ως προς το μέγεθος, η κατάληξη: -λλήκαρος. Όσον αφορά την ετυμολογία της λέξης περιορίζεται στην αναφορά του τύπου «πάλληξ», λέγοντας πως η λέξη είναι μεταγενέστερη του τύπου αυτού.
Ανατρέχοντας στο λεξικό του Δημήτριου Δημητράκου συναντούμε για την λέξη «λεβέντης» τις εξής σημασίες: 1. στην δημοτική: ο ανήρ, ιδίως ο νέος, ο ευσταλής, ο αρρενωπός, ο ανδρείος, ο ωραίος 2. ο μεγαλόκαρδος, ο αρχοντικός 3. ο γενναιόδωρος. Όσο για την λέξη «παλικάρι»: 1. στη μεσαιωνική: παλικάρι, στη δημοτική: ο πεζός ακόλουθος εφίππου πολεμιστή 2. στη δημοτική: ο υπό την διοίκησιν οπλαρχηγού πολεμιστής 3. στη δημοτική: ο ανδρείος, ο γενναίος 4. στη δημοτική: ο καλός πολεμιστής 5. στη δημοτική: ο σφριγών και ευσταλής έφηβος 6. στη δημοτική: κατ’ επέκταση ο άγαμος 7. στη δημοτική: ο θρασύδειλος (αντίθετο). Για να κατανοήσουμε την σημασία που δίνει το λεξικό του Δημητράκου τόσο για την λέξη «λεβέντης» όσο και για την λέξη «παλικάρι», θα ήταν καλό να ψάξουμε για την σημασία της λέξης «ευσταλής» μιας και δίνεται στην σημασία και των δυο λέξεων που μας απασχολούν στην παρούσα εργασία. Στο λεξικό του Δημητράκου η λέξη «ευσταλής» σημαίνει: 1. (για τα πλοία) καλώς εφοδιασμένος 2. αυτός που φέρει ελαφρύ οπλισμό, ο εύζωνας 3. ο άνετος, ο εύκολος 4. ο συμπαγής 5. ο εύσωμος και καλοδεμένος 6. (μετάφραση) ο ευτρεπής, ο ευγενής 7. ο εύτακτος, ο κανονικός [επίρρημα: ευσταλώς]. Το λεξικό του Μπαμπινιώτη για την λέξη «ευσταλής» αναφέρει με την σειρά του: αυτός που έχει ωραίο παράστημα, ο μυώδης, ο γεροδεμένος (συνώνυμα: λυγερόκορμος, λεβέντικος). Ετυμολογικά αναφέρει ότι είναι σύνθετη λέξη αποτελούμενη από το «ευ» και το «-σταλής» που είναι τύπος του παθητικού αορίστου β’ «εστάλην» του ρήματος «στέλλω». Η λέξη αναφερόταν αρχικώς σε στρατιωτικά αγήματα, πλοία και πολεμιστές, που αποστέλλονταν καλά οπλισμένοι στις εκστρατείες. Έτσι, η λέξη ήδη στην αρχαιότητα απέκτησε και τη σημασία εκείνου που έχει ωραία σωματική διάπλαση και άρτιο παράστημα.
Τέλος, στο λεξικό του Τεγόπουλου-Φυτράκη συναντάμε τις σημασίες αρρενωπός, γενναίος, παλικαράς και γενναιόδωρος για την λέξη «λεβέντης» και την ετυμολογία ότι προέρχεται από το τουρκικό «levend», από το οποίο με τη σειρά του προέρχεται τι ιταλικό «leventi» που είναι ένα σώμα ναυτικών πυροβολητών από τον παλαιότερο τύπο «Λεβένται», πειρατές από την Ανατολή. Για την λέξη «παλικάρι» αντλούμε τις εξής σημασίες: 1. άντρας γενναίος και μαχητικός 2. σφριγηλός έφηβος 3. άνθρωπος ικανότατος 4. ο άγαμος, ο εργένης 5. (κατά την Τουρκοκρατία και την επανάσταση του 1821) ένοπλος, μαχητής 6. το αγόρι σε αντίθεση προς το κορίτσι 7. ο θρασύδειλος (αντίθετο). Ο ετυμολογικός σχολιασμός περιορίζεται στην αναφορά του μεσαιωνικού τύπου «παλληκάριον» που σημαίνει τον σωματοφύλακα ως υποκοριστικό του μεταγενέστερου «πάλληξ».
Στο δεύτερο επίπεδο της εργασία αυτής θα επιχειρηθεί μια αξιολόγηση των ετυμολογικών σχολίων καθώς και των εννοιών (σημασιών) των λημμάτων των πέντε λεξικών με την άσκηση κριτικής.
Το λεξικό του Ιδρύματος Τριανταφυλλίδη, το οποίο προτείνεται από το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο και του οποίου τα ορθογραφικά και ερμηνευτικά σχόλια χρησιμοποιούνταν ως οδηγός για τα σχολεία της Ελληνικής επικράτειας, προτείνει γραφή της λέξης «παλικάρι» με ένα –λ- και –ι- βάζοντας μέσα σε παρένθεση το σχόλιο: «και με ορθογραφία απλοποιημένη». Πιο συγκεκριμένα, η ετυμολογία της λέξης «παλικάρι» αρχίζει από τον μεσαιωνικό τύπο «παλληκάριον» το οποίο γράφεται με δύο –λ- και –η-, προχωρά στη λέξη «παλ(λ)ικάριον» με ένα –λ- (το ένα μέσα σε παρένθεση) και –ι- για να τελειώσει με τη λέξη «παλικάριον» με ένα –λ- και –ι-, το οποίο μας πληροφορεί ότι προέρχεται από το αρχαίο «πάλλαξ». Σύμφωνα, όμως, με τα σχόλια που δίνει ότι το «παλλικάριον», που σημαίνει «νεαρός ακόλουθος» είναι υποκοριστικό του «πάλληκ-» («πάλληξ»), θα πρέπει να γράφουμε τη λέξη με δύο –λ- και –η- όπως προτείνει το λεξικό του Μπαμπινιώτη.
Το εν λόγω μάλιστα λεξικό στο τέλος των ετυμολογικών σχολίων αναφέρει χαρακτηριστικά επί λέξει: «Η ετυμολογία της λέξης δεν δικαιολογεί ορθογραφία παλικάρι (με –ι- και ένα –λ-)». Αξίζει πάντως να σημειώσουμε ότι η ετυμολογία που δίνει το λεξικό του Μπαμπινιώτη είναι ακριβώς η ίδια με κάποιες μικρές και ασήμαντες διαφορές (συγκεκριμένα περισσότερες πληροφορίες και λεπτομέρειες) με την αντίστοιχη του λεξικού του Ιδρύματος Τριανταφυλλίδη. Αναφέρει δηλαδή ότι η λέξη προέρχεται από τον μεσαιωνικό τύπο «παλληκάριον» με δυο –λ- και –η- το οποίο είναι υποκοριστικό του αρχαίου «πάλληξ»/ «πάλλαξ», που σημαίνει «παιδί που δεν έχει εισέλθει στην εφηβεία».
Όσο για το λεξικό του Τεγόπουλου-Φυτράκη και του Δημητράκου προτείνουν την γραφή της λέξης με ένα –λ- και –ι- (το λεξικό του Δημητράκου δεν δίνει καθόλου ετυμολογικά σχόλια ούτε στην λέξη «παλικάρι», ούτε στην λέξη «λεβέντης», απλώς με την φράση ‘το λεξικό του Δημητράκου προτείνει την γραφή της λέξης με ένα –λ- και –ι-’ εννοείται όπως υπάρχει γραμμένο ανάμεσα στα υπόλοιπα λήμματα του συγκεκριμένου λεξικού, δηλαδή με ένα –λ- και –ι-, το λήμμα «παλικάρι»), αρχίζοντας κι αυτοί την ετυμολογία τους από τον μεσαιωνικό τύπο «παλληκάριον» με δυο –λ- και –η-, ενώ το λεξικό του Κριαρά προτείνει την γραφή της λέξης με δυο –λ- και –η-, γράφοντας απλώς πως είναι μεταγενέστερος τύπος του αρχαίου «πάλληξ».
Από την όλη έρευνα που πραγματοποίησα, θεωρώ ως σωστότερη γραφή την λέξη «παλληκάρι» με δυο –λ- και –η-, αφού προέρχεται από τον μεσαιωνικό τύπο «παλληκάριον» με δυο –λ- και –η- και είναι μεταγενέστερο του αρχαίου «πάλληξ» (ή «πάλλαξ») το οποίο γράφεται με δυο –λ- και –η-. Τέλος, είναι αξιοσημείωτο ότι ο ηλεκτρονικός υπολογιστής (στον οποίο είναι γραμμένη η εργασία αυτή) θεωρεί την γραφή «παλληκάρι» με δυο –λ- και –η- λανθασμένη και προτείνει ως ορθογραφικά σωστή λέξη τον τύπο «παλικάρι» με ένα –λ- και –ι-, έχοντας προγραμματιστεί πιθανότατα σύμφωνα με τα λήμματα του λεξικού του Ιδρύματος Τριανταφυλλίδη.
Το ευτύχημα είναι ότι οι ετυμολογικές παρατηρήσεις και των πέντε λεξικών που χρησιμοποιήθηκαν στην εργασία αυτή, προτείνουν ως λέξη προέλευσης το περσοτουρκικό «levend» για την λέξη «λεβέντης», με εξαίρεση το λεξικό του Μπαμπινιώτη και του Τεγόπουλου-Φυτράκη, τα οποία παραθέτουν επιπλέον και τις ιταλικές λέξεις «leventi» και «levante».
Για την κριτική των εννοιών των λημμάτων, παρατίθενται ο παρακάτω πίνακας (Πίνακας διαστάσεων των ερμηνειών του κάθε λεξικού), ο οποίος παρουσιάζει συγκεντρωτικά τις διαστάσεις των ερμηνειών που δίνει το κάθε λεξικό. Η διαδικασία που ακολουθήθηκε για την δημιουργία του πίνακα ήταν απλή και αποτελείτο από δυο στάδια.
Στο πρώτο στάδιο εντάχθηκαν στις τέσσερις διαστάσεις (σωματική, ηθική, ιστορική, ηλικιακή) που επιλέχθηκαν ελεύθερα από τον ερευνητή, όλες οι ερμηνείες του κάθε λεξικού για τις προαναφερθείσες λέξεις. Έτσι, παραδείγματος χάριν οι έννοιες «αρρενωπός, γεροδεμένος άντρας, ιδίως νέος με ωραίο παράστημα» του λεξικού του Ιδρύματος Τριανταφυλλίδη για το λήμμα «λεβέντης», εντάχθηκαν στην σωματική διάσταση, οι έννοιες «αυτός που τον χαρακτηρίζει η γενναιότητα, η τόλμη, η ανδρεία» στο ίδιο λεξικό, εντάχθηκαν στην ηθική διάσταση και ούτω καθεξής.
Στο δεύτερο στάδιο έγινε η σχεδίαση του πίνακα και καταγράφηκαν σ’ αυτόν τα αποτελέσματα.
Στην ποιότητα των ερμηνειών ξεχωρίζει το λεξικό του Μπαμπινιώτη, αφού με τη γλαφυρότητα, τη μεστότητα και την περιεκτικότητά του παραθέτει τις διάφορες ερμηνείες. Μάλιστα επιχειρεί να δώσει σχεδόν σε κάθε ερμηνεία του λήμματος και από ένα παράδειγμα για να κάνει πιο κατανοητό το περιεχόμενο και την ακριβή σημασία του λήμματος στην ροή του λόγου. Θα ήταν σημαντικό νομίζω να αναφερθεί η σημασία με τον αριθμό δυο που δίνει στην σελίδα 1320 για την λέξη «παλικάρι»: «ο άνδρας που φέρει όλες τις αρετές που συνδέονται με τη νεότητα (ομορφιά, σφρίγος, ζωντάνια, θάρρος, αρρενωπότητα κ.λ.π.)». Αυτή η ερμηνεία δίνει θα έλεγα το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα μεστότητας και περιεκτικότητας του λεξικού του Μπαμπινιώτη, μιας και δίνει ταυτόχρονα σε μια πρόταση την ηλικιακή (νεότητα), την ηθική (αρετές, θάρρος) και την σωματική (ομορφιά, σφρίγος, ζωντάνια, αρρενωπότητα) διάσταση του λήμματος «παλικάρι».
Εν συνεχεία, το λεξικό του Ιδρύματος Τριανταφυλλίδη δίνει τρεις ερμηνείες και για τα δυο λήμματα και προσπαθεί να καλύψει το νόημα της κάθε λέξης (την σημασία) και από ηθική και από σωματική διάσταση και από ηλικιακή διάσταση. Παρόλα αυτά οι ερμηνείες που δίνονται στο λεξικό αυτό είναι οι μισές από τις αντίστοιχες του λεξικού του Μπαμπινιώτη, του Κριαρά και του Δημητράκου και οι ετυμολογικές παρατηρήσεις του υστερούν σε επαρκή δικαιολόγηση.
Το λεξικό του Τεγόπουλου-Φυτράκη αποδεικνύεται ως το πλέον ακατάλληλο για την βιβλιοθήκη ενός φιλολόγου, αφού υστερεί στην παροχή πολλών ερμηνειών, ώστε να διαφωτιστεί πλήρως το νόημα ενός λήμματος καθώς και στις ετυμολογικές παρατηρήσεις.
Αντίθετα με το λεξικό του Τεγόπουλου-Φυτράκη, το οποίο δίνει κάποιες ετυμολογικές παρατηρήσεις και υστερεί στην παράθεση επαρκών ερμηνειών, το λεξικό του Δημητράκου δίνει πολλές ερμηνευτικές πληροφορίες για τα λήμματα (καλύπτοντας αρκετές διαστάσεις), αλλά δεν έχει ούτε τα στοιχειώδη ετυμολογικά σχόλια. Επομένως, θα λέγαμε πως είναι εν μέρει χρήσιμο στα χέρια ενός φιλολόγου.
Όσο για την αξιολόγηση των πέντε λεξικών που χρησιμοποιήθηκαν στην εργασία αυτή, παρατίθεται ο παρακάτω πίνακας (Πίνακας αξιολόγησης των πέντε λεξικών).

Πίνακας αξιολόγησης των πέντε λεξικών:

Χαρακτηρισμός
1. Το καλύτερο: Γεωργίου Μπαμπινιώτη
2. Καλό: Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη
3. Λιγότερο καλό: Εμμανουήλ Κριαρά
4. Μέτριο: Δημήτριου Δημητράκου
5. Το "χειρότερο": Τεγόπουλου-Φυτράκη


Βιβλιογραφία

-Δημητράκος, Δημήτριος. Νέον Ορθογραφικόν Ερμηνευτικόν Λεξικόν. Αθήνα: Εκδοτικός Οίκος: Χρ. Γιοβάνης, 1995, 637, 850, 1042.
-Κριαράς, Εμμανουήλ. Νέο Ελληνικό Λεξικό. Αθήνα: Εκδοτική Αθηνών Α.Ε., 1994, 792.
-Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής. Θεσσαλονίκη: Ινστιτούτο Νεοελληνικών σπουδών Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη, 1998, 782, 1003.
-Μπαμπινιώτης, Γεώργιος. Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας. Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας Ε.Π.Ε., 1998, 698, 1000, 1320.
-Τεγόπουλος-Φυτράκης. Ελληνικό Λεξικό. Αθήνα: Εκδόσεις Αρμονία Α.Ε., 1995,418, 560.